Η μεγαλοβδομάδα, κόρη ξανθή,
μύρωσε το χωριό μας, και ροδανθεί,
που τρώει τον θεό του για να χαθεί,
κι ίσως με τον χαμό του ν' αναστηθεί.
μύρωσε το χωριό μας, και ροδανθεί,
που τρώει τον θεό του για να χαθεί,
κι ίσως με τον χαμό του ν' αναστηθεί.
Στης άνοιξης τον κόρφο, τον ζηλευτό,
μυριόχρωμο γιορντάνι, το σερπετό,
φάρμακο το φαρμάκι στον αετό,
για να πετάξει εκείνος ως είν' γραφτό.
μυριόχρωμο γιορντάνι, το σερπετό,
φάρμακο το φαρμάκι στον αετό,
για να πετάξει εκείνος ως είν' γραφτό.
Πέρνα περαματάρη τον ποταμό,
πάρε κι εμέ μαζί σου στον μισεμό,
κι εκεί στον καταρράχτη και στον γκρεμό,
θα μάθω του συμπάντου το λυτρωμό.
πάρε κι εμέ μαζί σου στον μισεμό,
κι εκεί στον καταρράχτη και στον γκρεμό,
θα μάθω του συμπάντου το λυτρωμό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου