Κυριακή 28 Ιουνίου 2015

Εμένα οι φίλοι μου, ήταν άντρες



Κυριακή πρωί, δε θυμάμαι τι όνειρο έβλεπα, με ξύπνησε απότομα η δυνατή φωνή του μικρού Αντωνάκη:
"Εγώ μαμά, με ποιον να παίξω; Τα κορίτσια δεν με παίζουν. Όλο κορίτσια..." έκλαιγε και τσίριζε, μαζί.
"Σού είπα, να μην πειράζεις τα κορίτσια! Να μην τα χτυπάς, να σε παίζουνε...", τον μάλωνε γλυκά η μαμά.
"Δεν ήθελα. κατά λάθος, μαμά. Είχε πάρει φόρα το ποδήλατο..."
"Πόσες φορές σου είπα, να μην παίρνεις φόρα στην κατηφόρα; Πόσες φορές σου είπα, να παίζεις εδώ στο πλάι, μη σε χτυπήσουν τ' αυτοκίνητα, πόσες;"
"Άντε, κι εσύ, μαμά! Σού είπα, δεν με παίζουν τα κορίτσια...!"
"Παίξε μόνος σου! Τί να σε κάνω; Θα πάμε τ' απόγευμα στο πάρκο, να παίξεις με τ' αγόρια. Κι εκεί όμως, όταν σε πάω, πάλι με τα κορίτσια παίζεις! Μη μού παραπονιέσαι λοιπόν και μη μου κλαψουρίζεις!..." είπε σε λίγο πιο αυστηρό τόνο η μαμά, φαντάζομαι, για να μην την πάρει από κάτω, η ευαισθησία του Αντωνάκη της....

Κυριακή πρωί, κι αντί να χορτάσουν ύπνο τα παιδάκια της γειτονιάς, ξύπνησαν νωρίς - νωρίς, να προλάβουν παιχνίδι!
Σαν εργατάκια που ζητούν ξεκούραση, εφόσον τα εξαντλητικά προγράμματα των σχολείων, ακόμα και των νηπείων, τα ξυπνούν απ' τις 7, τις καθημερινές, πόσα απωθημένα!

"Σαν πολλά παιδιά, δεν μαζεύτηκαν στην γειτονιά;" μού παραπονέθηκε ο γιος μου, χθες, που μετά το ξενύχτι της δουλειάς μας, κοιμήθηκε στο σπίτι μας.

"Έτσι ήταν κάποτε η γειτονιά μας, γιε μου, τότε που ήσασταν μικρά, κι εγώ νέα... Παιδική χαρά! Τώρα ξανά'γινε, γιατί, εκτός απ' τα νέα παιδάκια, οι γιαγιάδες έφεραν κι εγγόνια..." πέταξα την σπόντα μου, με το παράπονο, κρυφό και φανερό:" Εγώ πότε θα γίνω γιαγιά;"

Κυριακή πρωί. Το κορμί στο κρεβάτι, ερρείπιο, απ' τον λίγο ύπνο, τα μάτια κλειστά, τ' αυτιά τεντωμένα και το μυαλό να τρέχει χιλιόμετρα, πάνω κάτω, ανάμεσα στο παρόν και στο παρελθόν και να θυμάται έναν έναν, τους δικούς μου φίλους.

"Εμένα οι φίλοι μου ήταν άντρες", φώναξε η δεύτερη φωνή μέσα μου, κι ήταν αυτή που με πέταξε όρθια, σαν ελατήριο, απ' το αφιλόξενο κρεβάτι.

...Φώναζε μέχρι να φτάσω στον υπολογιστή, (αφού άνοιξα παράθυρα να καλωσορίσω το μεσημέρι Κυριακής, ετοίμασα καφέ, κ.λ.π.) φώναξε, μέχρι που ο μπλόγγερ την κατέγραψε για τίτλο και μετά έφυγε σιωπηλά, αφού, κατά "τας γραφάς", την παράσταση έκλεψε το παράπονο του Αντωνάκη...

Ναι, εμένα οι φίλοι μου ήταν άντρες και είναι ακόμα.
Μόνο ένας χάθηκε, δεν τον ψάχνω, τον αγαπάω ακόμα, κάποτε θα του το πω.
Μπορεί και στην άλλη ζωή, αν όχι εδώ.

Η ψυχολογία λέει πως στις φιλίες αντιθέτου φίλου, υποβόσκει ένας λανθάνων έρως.
Μπορεί να είναι κι έτσι.
Εφόσον στηρίζει τον φίλο ή φίλη, εφόσον υπάρχει σεβασμός στο αγαπημένο πρόσωπο και στο ταίρι του, δεν μπορεί να είναι αμαρτία, ούτε κακό.

Η αγάπη όταν ωφελεί, όταν δεν βλάπτει, όταν είναι αγνή και αληθινή, θα βρει τρόπο να χωρέσει, στη ζωή του φίλου ή της φίλης.

Αλίμονο, αν όλες οι "αγάπες", κατέληγαν στο κρεβάτι, αλίμονο!

Λεωφόρος Συγγρού θα το λέγαμε...

Υγ. Μεγάλο κεφάλαιο άνοιξε σήμερα ο Αντωνάκης, θα με προλάβει πράγματι το μεσημέρι, κι έχω μείνει πίσω στις Φωνές! (Στις πολιτικές εξελίξεις, εννοώ.)
Υγ 2. Τσάκα, τσάκα στον αέρα, με τα λάθη του. Έτσι, κι όσο καίει.
Υγ. 3 Να με διορθώνετε, γιατί δεν συμβουλεύομαι ποτέ τον ορθρογράφο. Χάσιμο χρόνου, ότι δω, αν δω.

Δεν υπάρχουν σχόλια: